objective
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]objective (en)
- αντικειμενικός
- που επιτελεί σκοπό/στόχο, σκόπιμος, στοχευμένος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]objective (en)
- αντικειμενικός στόχος
objective (en)
objective (en)