plata
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | plata | plataj |
αιτιατική | platan | platajn |
plata (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | plata | plataj |
αιτιατική | platan | platajn |
plata (eo)