Portugais
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | Portugais | Portugais |
θηλυκό | Portugaise | Portugaises |
Portugais (fr)
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Portugais < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Portugais αρσενικό ή θηλυκό